Monday, January 30, 2012

Το φουρνοδον'



Δεν έχω καταλάβει ακόμη γιατί πρέπει τα καλοκαίρια πάντα να πηγαίνω να «απασχολούμαι» κάπου, μια δυό μέρες τη βδομάδα στο θείο Χρήστο στο μανάβικο, μια δυό μέρες στο φούρνο του κυρίου Σάββα στη γωνιά, τελικά θα κάνουμε κι εμείς διακοπές όπως όλα τα άλλα παιδιά;
Περπατούσα κλωτσώντας τις πέτρες πήγαινα από γύρω-γύρω στο φούρνο για να κάνω κύκλο και να καθυστερήσω όσο γίνονταν περισσότερο.
Η παρέα έφευγε για πουλιά πάνω στη νέα Ελβετία. Ο Σούλης είχε ετοιμάσει τις νέες παγίδες και τα δίχτυα. Πήγαιναν για καρδερίνες που κατεβαίνουν στα χωράφια προς το κεραμοποιείο.
Έλα ρε μαλάκα, τι δουλειά και τρίχες κατσαρές; θα μαζέψουμε τις καρδερίνες που θέλουν οι άλλοι (για πούλημα εννοούσε φυσικά) και θα γυρίσουμε. Το μεσημέρι θάμαστε πίσω. Γυρνάει και η μάνα μου και η Λίτσα από το κομμωτήριο και θα πρέπει να είμαι σπίτι όταν έρθουν. Πού σαι; κράτα και δυό ψωμιά γιατί με είπαν να πάρω ψωμί και που να το κουβαλάω τώρα στα πουλιά. Το πρωινό το έφαγα όλο και θα με πλακώσουν αν δεν πάρω άλλο.Το καρντάσι μου βαράει άσχημα άμα τσατιστεί.
Ο Στέλιος μάθαινε τεχνίτης σε αργυροχρυσοχοειο στην αγορά, κάτω. Έφευγε το πρωί και γύρναγε το βράδυ…
Άσε ρε Μπουλέτσο δεν είμαι τώρα για άλλες φασαρίες.Προχτές ακόμη είχαμε πλακώματα που φύγαμε πρωί και γυρίσαμε βράδυ από τα Καμινίκια…Κι εκεί πήγαμε να παίξουμε μπάλα και να γυρίσουμε, με τα φλώρια από του Τερζόπουλου το σχολείο και γυρίσαμε αργά το απόγευμα- πλακωθήκαμε στις φάπες μαζί τους, κυνηγήσαμε τις γάτες της τρελής δίπλα στο σινεμά της Βικτώρια και σουρούπωσε ρε μαλάκα.Το τι ξύλο έφαγα,που να σε λέω τώρα. Η γιαγιά η Τράντα μ έσωσε.

Συνέχιζα, έστριβα δεξιά από του Βακαλέρη, καλημέριζα την κυρά Στέλλα, αδερφή του ψάλτη του κυρ Βασίλη που χήρεψε πρόσφατα και κατευθυνόμουνα  προς τον φούρνο.
Μια φορά,μπροστά στου κυρ Σάββα ήταν σταματημένο ένα μεγάλο φορτηγό σκεπαστό. Τι  να κουβαλάει άραγε αυτό εδώ.
Από πίσω είδα τους τρεις χαμάληδες που ξεφόρτωναν ξύλα για το φούρνο. Ακρια αγόρι μου μη σε χτυπήσουμε.
Τα στοίβαζαν στο πίσω μέρος και περνώντας σε κάθε δρομολόγιο τους έκοβαν και από κανένα καϊσι από τη υπέροχη βερικοκιά στο διπλανό άδειο οικόπεδο. Στο πίσω μέρος είχε στηθεί πρόχειρο ξυλάδικο. Μια κορδέλα κι ένας έμπειρος εργάτης έκοβε τα μεγάλα ξύλα και άλλοι δυό έφτιαχναν τις στοίβες.
Όλη η τελευταία παρτίδα στοιβάχτηκε κάτω από τον πάγκο όπου χωρούσε πολύ πράμα…ξύλα για τουλάχιστον μια βδομάδα…και το κυριακάτικο άναμμα που ήταν μόνον για σπιτικά ψηστικά και παξιμάδια..
Θυμάμαι ότι και η γιαγιά μου μάζευε το περίσσεμα του ψωμιού όλη τη βδομάδα το έκοβε σε φέτες και το έφερνε για ψήσιμο στη λαμαρίνα για τα παξιμάδια του βραδινού, που συνόδευαν το τσάι…
Ο παππούς Γρηγόρης ήταν εκεί παντού, πανταχού παρών, ακόμη και εν τη απουσία του…Στον  ημιώροφο απάνω ήταν το ζυμωτήριο και ο χώρος που φούσκωνε το ζυμάρι, που ήθελε ζέστη…Μια γλυκιά ζέστη απλώνονταν σε όλο το χώρο, όχι υπερβολή, αλλά ήπια και ζαλίστρα…Εκεί λοιπόν, έγερνε και ο παππούς κι έπαιρνε έναν  υπνάκο σχεδόν κάθε πρωί που περνούσε από το φούρνο….Εκεί στο φουρνοδόν όπως το έλεγε στη γλώσσα τη δική τους….
Τρεις άντρες γειτόνοι και φίλοι και κουμπάροι στην πορεία, στα διπλανά σπίτια και οι τρείς αρτεργάτες έμπειροι και διαλεχτοί, περιζήτητοι στην αγορά…Ο παππούς Γρηγόρης από τα Σούρμενα οι άλλοι δύο τα αδέρφια οι Σπανοπουλαίοι ο Μούχον και ο Στάθον από την Γκιουμουσχανά….Όλοι οι μεγάλοι φούρνοι στην Όλγας τους περίμεναν πως και πως κάθε χάραμα να πιάσουν δουλειά. Χρόνια ολόκληρα…Κι ο θείος Γιάννης αρτεργάτης έμαθε.  Δούλεψε αρκετά χρόνια…
Τα μεσημέρια από την πίσω αυλή εκεί από της Θυμίας το σπίτι, κάτω από τα πεύκα κάθονταν ο Στάθης έπιανε την κεμεντζέ κι άρχιζε να ξεδιπλώνει την πίκρα και την περηφάνια του…εκείνο το αγέρωχο του βηματισμού και της φιγούρας που συγκρατώ ακόμη…και η Κυρά Φτυχία με τις κόρες της, την Ωραιοζήλη και τη Λισάφ, έφτιαχνε κι έστελνε έξω, κάτι για μεζέ με τη ρετσίνα από του Δαγκλή…την ταβέρνα λίγο παραπάνω μπροστά από του Βακαλέρη μέσα στο τόλ…
Όλη η γειτονιά μια οικογένεια Από το σπίτι  στη γωνία μέχρι της θείας και νονάς του σχεδόν δεν είχαν φράχτες μεταξύ τους τα σπίτια τους. Περνούσες μέσα από τις αυλές κι όλο και κάτι θα σε φίλευαν.Η θεία Ελένη με τον Οδυσσέα, από μεγάλη οικογένεια στην περιοχή της Αργυρούπολης. Οι Βελονάδες με το όνομα.Εκεί στη γειτονιά ο Οδυσσέας ήταν ο μόνος που έφτιαξε μια μικρή στέρνα κι έβαλε μέσα χρυσόψαρα….Κι η γιαγιά η Πηνή, η μάνα του, όλο και κάτι θα είχε στην ποδιά της για κέρασμα που τότε στα παιδικά μου μάτια φάνταζε θησαυρός….

Λίγο αργότερα ο γαμπρός του ο Γιώργος, καλαματιανός σε ποντιακό μιλέτι, έφερε και το πρώτο τρίτροχο όχημα, που άνοιγε από μπροστά, μια μπε εμ βέ Ιζέττα.

Μετά ο θείος Μιχάλης αγόρασε ένα Φίατ Νέκαρ κι έτσι το στενό απόκτησε και δείγματα της αυτοκίνησης που αναπτύσσονταν δειλά-δειλά στην πόλη. Ακόμη και οι ξένοι όμως ενσωματώνονταν γρήγορα στο κλίμα της γειτονιάς και δένονταν με δεσμούς άρρηκτους….
΄Ετσι ακριβώς και ο κυρ Σάββας ο φούρναρης με την κυρία του τη Μαργαρίτα και τα παιδιά του το Γιάννη και το Γιώργο,τον δίμετρο που έπαιζε μπάσκετ στον Άρη, άθλημα άγνωστο τελείως που μόνο κάτω στη ΧΑΝΘ μπορούσες να δεις.. και ποιος θα μας πήγαινε παρακαλώ;;;
Είχαν γίνει κομμάτι της κλειστής κοινωνίας παρά το ότι εδώ στη γειτονιά βρίσκονταν μόνον ο φούρνος κι όχι το σπίτι τους.. αλλού έμεναν…κάπου προς την Όλγας ….

Ο θείος Χρήστος εκ  Γαλέων της Χαβίανας προερχόμενος, συγγενής στενός κι αυτός της γιαγιάς, διατηρούσε μανάβικο στην πλατεία Αίμου… Είχε μετατρέψει σε μανάβικο το ένα από τα δυό μικρά κτίσματα του γαλλικού στρατού από το τριάντα περίπου..το απέναντι ο Μπότης το είχε ως ηλεκτρολογείο και μετά αγόρασε καμμιά επτά - οκτώ ποδήλατα, άρχισε να τα νοικιάζει και μετατράπηκε σε ποδηλατά… ο δεύτερος στην περιοχή μας…
Ψηλός, παλληκάρι δυνατό, φωνακλάς και αγαπητός στους γύρω γειτόνους….έμενε λίγο πιο πάνω στα σπίτια του συνοικισμού, με τη θεία Αθηνά, ολίγον αξαδέρφη του, που φυσικά δεν πείραξε και τίποτε ο βαθμός συγγενείας τους εις τον δεσμό και το γάμο τους…
Έφερνε κάθε πρωί φρέσκα λαχανικά και φρούτα για το μικρό, μια τρύπα, μανάβικο, που το μεγάλο μέρος του αναπτύσσονταν έξω από το μικρό κτίσμα….
Αυτός έφτανε δυό μέρες τη βδομάδα στις επτάμισυ, αφού ο θείος Χρήστος είχε απλώσει το εμπόρευμα στα καφάσια, σε αναβαθμούς, κι έπιανε δουλειά βρέχοντας το χώμα, γύρω από το μαγαζί και μετά σκούπιζε προσεκτικά, σχεδόν να γυαλίσει ο χώρος και τα δυό δέντρα που σκίαζαν ως παραστάτες το μικρό κτίσμα, πάντα ασπρισμένα προσεκτικά να είναι καθαρές οι σκαμμένες ρίζες τους…μετά καθόταν σε ένα σκαμνάκι περιμένοντας του πελάτες…
Γύρω στις εννιά πήγαινα στον άλλο φούρνο μετά τη Μαρτίου δίπλα στο σινεμά το Ηραίον που ήταν διώροφο, θερινό-χειμερινό…. Έπαιρνα μια τυρόπιτα για το θείο Χρήστο, που την έτρωγε με τον καφέ, το δεύτερο της ημέρας, που έφερνε ο απέναντι καφετζής…Χάζευα βλέποντας τις φωτογραφίες από τα έργα που έπαιζε ο σινεμάς και θα πήγαινα πίσω το μεσημέρι να το  κουβεντιάσω με την τσακαλοπαρέα, ή και με τη μαμά μου, για να ζητήσει να τους πάει ο παππούς Γρηγόρης να μας βάλει μέσα και νάρθει να μας πάρει στο σχόλασμα…

Έμαθα να ζυγίζω με τα δράμια, μια χαρά. Βέβαια δεν πολυχαίρονταν ο θείο Χρήστος λόγω του ότι ούτε πέταγα τα φρούτα και τα ζαρζαβάτια, ανατρέποντας την ισορροπία και άρα και το ακριβές ζύγιασμα…Έμαθα να κόβω από τα μαρούλια και τη σγουρή τα φύλλα που άρχιζαν να μαυρίζουν, ή τα φύλλα που φύραιναν από τα κρεμμυδάκια…να ραντίζω με φρέσκο νερό τα φρούτα και κυρίως τα ζαρζαβατικά για να δείχνουν φρέσκα και λαχταριστά….
Από κει όμως έμαθα σχεδόν όλες τις διαδρομές και τις γύρω γειτονιές μιάς και πήγαινε τα ψώνια που δεν μπορούσαν κάποιες κυρίες να κουβαλήσουν ή ζητούσαν από το θείο Χρήστο με το τηλέφωνο.
Έπιασα φιλίες με την κυρία Αγάπη τη μητέρα της Χαρούλας της πρωταθλήτριας και με τον κύριο Ηλία της εταιρίας ύδρευσης του Χαρίλαου που έλεγχε την υδροδότηση όλης της περιοχής, με νερό άριστης ποιότητας από το Χορτιάτη….
Ποτέ όμως δεν έπαιξε μπάλα με τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς εκείνης, που έπαιζαν μέσα στο πάρκο, με εστίες ανάμεσα στα παγκάκια σχεδόν κάθε πρωί….
Ήταν η επαγγελματική του συνείδηση που δεν του επέτρεπε να εγκαταλείψει το πόστο του και τη δουλειά που αμείβονταν οχτώ φράγκα τη μέρα;
Ήταν η εχθρότητα ανάμεσα στις δύο γειτονιές που δεν του επέτρεπαν να προδώσει τη δική του γειτονιά και παρέα;
Ήταν το ότι δεν τον έπαιζαν γιατί τον θεωρούσαν κασμά και δεν τον προσκαλούσαν;
Τι τον κρατούσε μακριά από το παιχνίδι της γειτονιάς εκείνης;
Μήπως τελικά ντρέπονταν μπας και τον δει η Αννούλα, που έβλεπε διαρκώς κάθε μέρα από την αυλή της και δεν ήθελε να χάσει καθόλου από τη θέση που κατείχε στα μάτια της και την ψυχή της;

Wednesday, December 28, 2011

Γιασίν





Εγώ γιατί να μην τύχω το Γιασίν γαμώτο;το κωλοπαίδι ο Μπουλέτσος τον έχει δυό φορές. Και σιγά το σπάνιο εδώ που τα λέμε. Αλλά άμα δε το έχεις εσύ και το έχει ο άλλος γίνεται σπάνιο έστω μόνο για σένα. Και δεν το αλλάζει κι όλας.
Δύο φράγκα καναζίνα και δυό πλακέτες λουλάκι. Περισσεύει ένα και είκοσι. Δε φτάνει για να πάρω Μέλο. Τι να κάνουμε τώρα. Περπάτα και σκάσε.

Έτσι ξεκινούσε εκείνο το πρωί της Δευτέρας που για πρώτη φορά μετά από μήνες γύρισε και στο σχολείο ήταν απογευματινός τη Δευτέρα και πρωινός την Πέμπτη.
Το μπακάλικο του κυρ Τρύφωνα. Ήταν εκεί στην πλατεία στη γωνία δίπλα στο καφενείο. Απέναντι ο Μπότης που νοίκιαζε ποδήλατα.
Συνήθως οι ποδηλατάδες ήτανε κολόμποι και κωλομπάρευαν τα πιτσιρίκια. Κάτσε να σε πιάσω ν ανέβεις. Ψηλό είναι αυτό για σένα και τέτοια περίεργα. Και όλο και πιάνανε κανά μπουτάκι και κανα τρυφερό παιδικό κωλαράκι.
Απέναντι ήτανε το μανάβικο του θείου Χρήστου. Ψηλός και παλληκάρι ωραίο στα νιάτα του, σίγουρα εκεί στη Χαβίανα έκανε θραύση. Τώρα γερνάει και γέρνει σιγά σιγά. Στη Χαβίανα, επαρχία Χαλδίας έξω από την Αρδεσσα που σήμερα τη λένε Τορούλ,  στο συνοικισμό των Αντωνάντων έμεναν και οι Γαλαίοι. Ο πατέρας του θείου Χρήστου, επίτροπος στην εκκλησία και από τους κριτές στις εξετάσεις για το ημιγυμνάσιο. Ο παππούς ο Πανίκας, προπάπος του  θαυμαστή του Γιασίν, το έλεγε και το ξανάλεγε πως ο Γαλαίος είπε στον πατέρα του να τον στείλει στο γυμνάσιο κι αυτός αρνήθηκε λόγω πενίας και ανέχειας και ο μικρός Πανίκας τότε μετανάστευσε να παει να δουλέψει στην Οντέσσα. ΄Ακων υπεβλήθην τη σκληρά ανάγκη. Δοτικές με υπογεγραμμένη που λέει ο κυρ Πασχάλης ο δάσκαλος, αυτός που παίζει βιολί εκεί από την άλλη γωνία στην πάροδο Μαυρομιχάλη απέναντι από της νονάς το σπίτι.
Ο νονος ήρθε από τον Πόντο στην Αθήνα μπαλαδόρος και έπαιξε κάποιο φεγγάρι και στην ΑΕΚ τότε. Ένα μικρό υπόγειο κάτω από την κουζίνα που έκλεινε η εξωτερική του είσοδος και η σκάλα με λαμαρινένιο καπάκι ήταν το βασίλειο του, τα αρχεία του, οι παλιές φωτογραφίες κι άκουγε ιστορίες από τον παλαιό εύζωνα της προεδρικής φρουράς και κακοπαθημένο πολεμιστή του αλβανικού μετώπου.

Και τα δύο σπιτάκια, στην πλατεία, ήταν κτίσματα του γαλλικού στρατού, μάλλον φυλάκια για την είσοδο στο στρατόπεδο που ήταν εκεί μέχρι και το 19.
Τι παίρνεις γαμώτο με μια και είκοσι; Μαστίχες ρε χαζέ. Μισό φράγκο και έχουν κράτη και σημαίες ή από τις άλλες που έχουν εθνικές ενδυμασίες. Μπορεί να τύχεις Ανδόρα ή και Ολλανδία.

Το μυαλό κολλημένο στο Γιασίν αλλά και στη γκοφρέτα. Άλλο γκοφρέτα ,άλλο μια τσιχλόφουσκα. Δε τις γούσταρε κι όλας γιατί δεν μπορούσε να φτιάξει καλές φούσκες, κόλαε το άσπρο απομεινάρι γύρω απ τα χείλια και τον κοροϊδεύανε οι άλλοι. Σάμπως δεν τον κορόϊδευαν επειδή δεν μπορούσε, το φλώρι, να ρευτεί όποτε ήθελε; Ενώ ο Σούλης, αυτός με τα περιστέρια ρε και την ωραία αυλή, έλεγε μέχρι και τον εθνικό ύμνο με ρέψιμο. Αυλή περιποιημένη, σκαμμένη και καλοφυτεμένη πάντοτε από τον πατέρα του που δεν του άρεζε καθόλου που άφηνε ο γιός του τα περιστέρια να αλωνίζουν στην αυλή και να κάνουν ζημιές στα λαχανικά του. Αλλά από την άλλη γούσταρε κιόλας τα περιστέρια, όταν τα έριχναν ένα χαβά ή για να κατεβάσουν τα ξένα, τα περιστέρια του Μπαταλαμά και των άλλων περιστεράδων πάνω από την περιοχή της Ελβετίας αλλά και μέχρι το Βρυσάκι από τη μια και το Ντεπώ από την άλλη έφταναν τα αγιάρικα του Σούλη και κουβαλούσαν τα κολητάρια τους από τον ουρανό, τα κατέβαζε ο Σουλάρας  κάνοντας φτερό, ρίχνοντας λίγο σπόρο στο χώμα για να δελεάσει τους ξένους επισκέπτες και κατέβαιναν κάτι φούρλες, κάτι παλάκια, κάτι παργαλάτσοι για να τα οδηγήσει με το καλάμι σιγά-σιγά στο κουμάσι, γιατί απόφευγε να χρησιμοποιεί καπάντζα μήπως και τα τρομάξει, τά ξένα πάντα εννοείται, και φύγουν. Και μετά τα έβγαζε και τους έβαζε και παραμάνα στο φτερό για να τα αναγνωρίζει και να γίνονται αγιάρικα. Το πιο καλό όμως ήτανε όταν κάποια απογεύματα τα έβγαζε ζευγαράκια στην αυλή για να ερωτευτούν και να τα φτειάξουν και γύρναγαν κύκλους γύρω γύρω μπροστά η θηλυκιά και πίσω ο αρσενικός και όλο γρου και γρου και όλο φουσκώματα και τσαλίμια μέχρι να την καταφέρει να τη βάλει από κάτω ο τσαρουχλής και μετά το επόμενο ζεύγος.
 
Και γαμώ τα χαρτάκια του, έφτασε να έχει περίπου εκατόν ογδόντα και το μεσημέρι θα έπαιζε στο σχολείο ντουβαράκι ή κάτω χαμηλά νούμερα. Αλλά προτιμούσε το ντουβαράκι γιατί ήτανε γενικά πιο ψηλός από τους συμμαθητές του και  έριχνε από όποιο ύψος ήθελε και τους καπάκωνε τα δικά τους. Μαγκιά για…
Ο γιός του κυρ Τρύφωνα ο Θεόφιλος, καλό παιδί και συμμαζεμένο, πολύ μεγαλύτερος από μας, έβαζε με το μαστραπά την καναζίνα από τον ντενεκέ και όλο και τριβέλιζε το μυαλό του τι άλλο με είπε η γιαγιά και δε το θυμάμαι, τι άλλο ζήτησε η Τραντούλα μου και μου ξεφεύγει, να αυτά τα χαρτάκια πάλι με έκαναν να ξεχάσω, τι άλλο με είπε. Εδώ είναι η καναζίνα και το λουλάκι, να και τα ρέστα βάλτα στην τσέπη για να έχεις ελεύθερα τα χέρια σου. Κράτα γερά το μπουκάλι μη σε πέσει…

Αμα πάω πιο πάνω, εκεί στον Κυριάκο τον κοτοπουλά, ίσως βρω τον παππού μου και πάρω κανα μισόφραγκο να συμπληρώσω για τη γκοφρέτα ή με πει να του πάρω το Άρωμα το σκέτο που καπνίζει,  οπότε πάντα κάτι περισσεύει και για μας. Αλλά να περάσω παραπάνω από το περίπτερο του κυρ Λευτέρη μόνος και μάλιστα άνευ αδείας αρμοδίας αρχής σημαίνει παράβαση του κώδικα και δεν χωράει άλλο το ποινολόγιο γιαυτή τη βδομάδα που μόλις άρχιζε. Ηδη η κοπάνα το Σαββάτο, για να πας μαζί με τους άλλους για πουλιά πίσω από την Ελβετία, αντιμετωπίστηκε με πολύωρο αποκλεισμό στη μουριά και πείνα απερίγραπτη μέχρι την Κυριακή το μεσημέρι που φάγαμε με τον παππού τον άλλο τον σταμπουλού που μ ΄έλεγε τενεκέ ως χαϊδευτικό. Κόψε μας ότι άλλο θες ρε μάνα αλλά όχι και το φαϊ. Στο περίπτερο ήταν η κόρη του κυρ Λευτέρη κανα δυό χρόνια μεγαλύτερη του και ντρέπονταν να τη ζητήσει βερεσέ. Πώς να την πει τώρα θα στα δώσει ο παππούς μου που θα τον έβλεπε αυτή αφού θα πήγαινε σχολείο…θα τα έγραφε και τότε μπορεί να τα ζητούσε ο κυρ Λεφτέρης από τη γιαγιά το απόγεμα μετά τον εσπερινό ή από τη μάνα του όταν θα ανηφόριζε το βραδάκι για να συναντήσει τις φιλενάδες της εκεί στο κομμωτήριο της Μαριάνας, απέναντι από το γιαπί της καινούργιας της εκκλησίας. Ασε καλύτερα δε σηκώνει το κλίμα κι άλλα. Καλύτερα να πάω πίσω γρήγορα.Ξεχάσαμε και κάτι, σίγουρα. Σκατά πίσω βουουουρ.

Πέρασε μπροστά από το ταχυδρομείο με τις ωραίες σκάλες από μωσαϊκό. Απέναντι ήτανε το σπίτι της Χαρούλας που ήτανε πρωταθλήτρια στο τρέξιμο και είχε γκόμινο τον Παπανικολάου που πήδαγε με το κοντάρι και ήταν και στη διαφήμιση που πας; ξέχασα να βάλω μπριλκριμ, που την έβλεπε πάντα στα διαλείμματα που τα έκαναν για να πιούμε ταμ ταμ στο σινεμά, τα Αστέρια, και που ο παππούς Γρηγόρης δεν εννοούσε να το καταλάβει ότι αν δεν πιούμε ταμ ταμ τότε τι νόημα είχε το διάλειμμα; και χάναμε και τη σειρά από το έργο; παλιά μυαλά ,δεν καταλαβαίνουν.
Και μάλιστα μια φορά έπεσε σύρμα ότι ήρθε ο Παπανικολάου στη γειτονιά να δει τη Χαρούλα και στηθήκαμε απ έξω από το σπίτι αλλά τίποτε ούτε ήρθε ούτε έφυγε, τζάμπα περιμέναμε. Αλλά αυτουνού του καλάρεσε γιατί στεκόντανε δίπλα δίπλα με την Αννούλα την αδερφή του Γρηγόρη, εκείνο το αγγελικό πρόσωπο που μια φορά που την είδε ντυμένη Οδηγίνα φαγώθηκε να πάει κι αυτός εκεί βρε αμαν  Οδηγές είναι τα κορίτσια και τα αγόρια προσκόποι του λεγε η γιαγία, γιατί το να πει κατηχητικό, ως εναλλακτική λύση, ήταν απαγορευμένο από τον μπαμπά, με το μαχαίρι, που τον έδιωξαν από την εκκλησία που ήταν ψάλτης, ο καλύτερος, επειδή αρνούνταν να πει το πολυχρόνιο για τους βασιληάδες. Και καθότανε εκεί με τις ώρες και καμάρωνε σα γύφτικο σκεπάρι όχι γιατί θα έβλεπε τον πρωταθλητή αλλά γιατί δίπλα της ένοιωθε ότι νοερά έστω τα φτιάξανε εκείνη την ώρα της αναμονής.

Δίστασε να πάει παραπάνω και πήρε το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι. Να δεις τελικά ότι με είπε να πάρω κάτι ακόμα και το ξέχασα… Στο καφενείο του Βακαλέρη κάθονταν ο παππούς ο Πανίκας, πατέρας της γιαγιάς Τράντας και της νονάς και μέντορας του. Είχε για, το όνομα του γιού του που σκοτώθηκε άδικα των αδίκων στη μάχη της Κλεισούρας. Ο παππούς είχε το συνήθειο μετά από μια ιστορία να δίνει κανα δίφραγκο ή τάληρο, έπρεπε όμως εκεί να σταθείς να περιμένεις να τελειώσει η διήγηση ειδεμή δεν έβλεπες φράγκο. Δεν έχουμε ώρα για χάσιμο να τα πάω πίσω και μετά έρχομαι και ζητάω κατά πως πρέπει και πάω να νοικιάσω και κανα εικοσάλεπτο ποδήλατο, αλλά τώρα πρέπει να πάω τα πράματα,  τι ξέχασα ρε γαμώτο; τι ξέχασα να πάρω;

Τρία πράματα σε είπανε τα δύο έφερες η κοφρέτα σε έφαε κι ενέσπαλες ντο είπα σε…να χαθείς…να χαθείς… τα φράγκα δεν έφτασαν καλέ γιαγιά πώς να τα έπαιρνα όλα. Είπα σε, όσα απομείνουν έπαρ νυφάδες να πλένω και του μωρού τα ρούχα και τα πανία και όλα. Α τώρα ντο θα εφτάμε; έπαρ το δίφραγκο και πήγαινε τρέχοντας όμως πουλάκι θα ίνεσαι και θα έρχεσαι οπίς, ντο θα λέω τη μάνα νε σουν άμα δε σε βρει αδακά θα σκοτών μας. Τρέχα είπα σε ακόμα αδά στέκεσαι;

Ένα είκοσι που περίσσεψαν θα βάλω και οκτώ δεκάρες από το δίφραγκο και θα πάρουμε τη Μέλο. Και νυφάδες μία και είκοσι, όλα μια χαρά βολεύονται. Θεόφιλε για όλα τα λεφτά νυφάδες σαπουνιού μασσαλίας είπε η γιαγιά μου. Ξέχασες πριν εεε; που τρέχει το μυαλό σου ρε στη μπάλα συνέχεια ή στην Αννούλα του Γρηγόρη;Κι αυτός που ξέρει για την Αννούλα μου;αραγες ξέρει κι αυτός ότι τα είχαμε εκείνο το απόγεμα έξω από της Χαρούλας το σπίτι; Μάλλον θα μας πήρε κανα μάτι, ρε γαμώτο, μη το μάθουνε τώρα όλοι. Αντε ρε μικροί είμαστε δεν κάνουμε τέτοια εμείς.. εμείς πάμε στο σχολείο, τι νόμισες; Μέχρι κι ο Γιαμπανάς το πήρε χαμπάρι όχι εμείς οι άλλοι. Γιατί που ήτανε ο Γιαμπανάς και τι ξέρει αυτός… αυτός μόνο καβούρια πουλάει και γαμάει τη γαδούρα του… σσσσς σώπα βρε τι είναι αυτά που λες; παιδί του σχολείου εσύ. Ε να καλέ εσύ με είπες ότι ο Γιαμπανάς σε είπε ότι τάφτειαξα με την Αννούλα, μόνο εκείνο το απόγεμα τα φτειάξαμε μετά δεν έχει.

Καρδερίναααα, Δώσε με μιά Μέλο. Δώσε να διαλέξω μη με πέσουνε πάλι διπλά και τριπλά. Τελείωσαν και δεν έφερε ακόμη ο έμπορας,  του το είπε ο πατέρας μου από χτες αλλά σήμερα δεν ήρθε ακόμη από την αγορά για να τις φέρει, το απόγεμα έλα. Ναι ναι το απόγεμα που έχουμε σχολείο θα έρχομαι εδώ για να πάρω τη γκοφρέτα -χάζεψες; Η καλή σου την πήρε την τελευταία ήρθε με το Χριστιανούδη χτες το απόγεμα και την πήρανε… Και τι δουλειά είχε με το Χριστιανούδη η Αννούλα;γιατί η Αννούλα είναι η καλή σου;όχι αλλά να για να σε ψαρέψω το είπα. Ναι με το Χριστιανούδη αφού κάθονται δίπλα δίπλα στα σπίτια τους, παίζανε και του δωσε ψηλά ο πατέρας του κι ήρθανε και πήρανε τη γκοφρέτα και τύχανε και το Γιασίν.

[Η συμμετοχή του Πάνου Γεωργίου στον διαγωνισμό διηγήματος περι Θεσσαλονίκης του "Ιανού" που δημοσιεύτηκε στον τόμο με τα επιλεγμένα της Επιτροπής]

Wednesday, September 14, 2011

"ΑΓΑΝΑΚΤΙΣΜΕΝΟΙ" ΕΝΑΝΤΙΟΝ "ΔΕΚΑΝΙΚΙΩΝ"


ΜΙΑ ΓΝΩΜΗ ΟΛΙΓΟΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ

Όσα γράφτηκαν σχετικά με την φασαρία της πλατείας Ναυαρίνου, το βράδυ της Δευτέρας, τα παρακολούθησα με ιδιαίτερη προσοχή.

Δεν θα επιχειρούσα να πω τίποτε, λόγω του ότι ήταν κάτι που το έζησα και στην πόλη αυτή έχει επαναληφθεί πλειστάκις. Τώρα βέβαια απευθύνθηκε σε πολιτικό κόμμα και ιδιαιτέρως κινήθηκε εναντίον πολιτικού αρχηγού, μάλιστα με τρόπο ολίγον επιθετικό αλλά και αστείο στην κυριολεξία.

Λείπουν όμως κάποια κομμάτια από το παζλ  που έχει διαμορφωθεί και φρονώ ότι ίσως βοηθήσω στο συμπλήρωμά του.

Στη Θεσσαλονίκη, που είναι όντως μια πόλη διαφορετική από άλλες, κυβέρνησαν μάλιστα με τρόπο άθλιο και βάναυσο, επί εξήντα χρόνια, οι νικητές του εμφυλίου. Αυτά που είδε η Θεσσαλονίκη δεν έχουν εμφανιστεί πουθενά σε καμία άλλη πόλη στην Ελλάδα, καρφίτσα, τραμπούκοι, αντισυγκεντρώσεις, πολιτικές δολοφονίες κλπ..

Με την μεταπολίτευση μη νομίζετε ότι συνέβησαν δραματικές αλλαγές.
Απλώς άλλαξαν οι ταμπέλες, τα ονόματα, κάποια χρώματα και πάει λέγοντας.
Χουντικοί εν μία νυκτί εβαπτίσθησαν στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ και εγένοντο δημοκράται ακόμη και σοσιαλισται.
Αλλά γενικά το κλίμα της αδράνειας, της ψευτομαγκιάς, της απουσίας και μετά της φωνακλάδικης αντίδρασης, εδώ, πέρασε ως κυρίαρχη ιδεολογία αφού όλα τούτα βασίστηκαν σε επιθετικές πρωτοβουλίες των μετρίων και αθλίων που κυβέρνησαν την πόλη και προσπάθησαν και έπεισαν ότι για την ανικανότητά τους φταίει το κέντρο και η υδροκέφαλη πρωτεύουσα και άλλες τέτοιες αηδίες, που όμως διαπέρασαν το σύνολο  πολιτικό φάσμα από άκρο σε άκρο.

Στη Θεσσαλονίκη για παράδειγμα το ποσοστό αυθαιρέτων και αυθαιρεσιών είναι ασύλληπτο και ειλικρινά δεν πιστεύω ότι είναι μόνο Δεξιοί ή Πασόκοι οι αυθαιρετούντες.
Το ίδιο ισχύει και για τον τρόπο πολιτικής αντιπαράθεσης που στην πόλη δεν είχε ποτέ αποκτήσει χαρακτηριστικά πολιτισμένου διαλόγου.

Εκείνοι που ουρλιάζανε προχτές το βράδυ στην Πλατεία Ναυαρίνου ήταν τόσο μπερδεμένοι ως φάτσες και περιεχόμενο που κάποιους θα τους δω σίγουρα και σε σύγκρουση «γύφτων» με «σκουλήκια» και «γριές»
Κάποιοι ανήκουν στη κατηγορία οιωνοί πελατείας  σε κέντρα ψυχολογικής στήριξης.
Κάποιοι είναι από αυτούς που δεν πρόλαβαν να βολευτούν και εξαγριώθηκαν .

Επομένως ως μη γενόμενο θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί.

Παράλληλα όμως μήπως θα έπρεπε να αναρωτηθούμε για το τι σημαίνει πολιτική παρέμβαση το 2011 μήνα Σεπτέμβρη?
Μήπως είμαστε ακόμη πολύ μακριά από το να μπορούμε να αντιληφθούμε τι χρειάζεται να πούμε σαν πολιτική δύναμη σήμερα που τα πάντα φαίνεται ότι βουλιάζουν χωρίς να τα έχει συμπαρασύρει μόνο η οικονομική λαίλαπα?

Απλώς δύο στοιχεία.
Το πρώτο περί το κλίμα που περιέγραψα. Στη Θεσσαλονίκη εκδίδεται λαθρόβιο έντυπο με τον τίτλο ΚΑΡΦΙΤΣΑ και δεν βρέθηκε κανείς να ουρλιάξει και να πει πως αυτό αποτελεί προσβολή για την πόλη, η επανεμφάνιση της ΚΑΡΦΙΤΣΑΣ πενήντα χρόνια μετά.

Το δεύτερο όσον αφορά τι σημαίνει πολιτική παρέμβαση.
Το 1976 είχαμε πάρει μια πρωτοβουλία για ανοικτό διάλογο για το πώς θα μπορούσε να γιορτάζεται η επέτειος του Πολυτεχνείου. Διάλογος, μακρύς και αποδοτικός κατά την γνώμη μου. Μήπως θα έπρεπε κάτι αντίστοιχο να δημιουργηθεί ως «αγορά» σε αυτή την πόλη περί την πολιτική και την κρίση?
 

Saturday, September 10, 2011

Μετεγκαταστάσεις...

Από σχόλια στο FB, στην σελιδα Ορέστη Καλογήρου:


Πάνος Γεωργίου: θα το άφηνα να περάσει έτσι αλλά είναι μερικά πράγματα που η πολυπραγμοσύνη σε κάνει να αντιδράς και να λες τώρα κοίτα τι λένε εδώ πέρα θεέ μου....κι επειδή χτες κατήγγειλες το λαϊκισμό ορέστα διά τάυτα το σχόλιο....προφανές αυτά τα υπέρ του λαού και της πόλης μπορεί να μας καυλώνουν και να λέμε να απάντηση στο γόρδιο δεσμό δίκην Μεγαλέκου.....δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα....καλώς ή κακώς η πόλη χρειάζεται ένα σύγχρονο εκθεσιακό κέντρο και στις πόλεις του μεγέθους της θεσσαλονίκης τα εκθεσιακά κέντρα του αντιστοίχου βεληνεκούς με της Θεσσαλονίκης βρίσκονται στο καρακέντρο των πόλεων λόγω του ότι και τα εκθεσιακά γεγονότα είναι τέτοια σε μέγεθος και ποιότητα που συμμετέχουν στο γίγνεσθαι της κάθε πόλης και σε αριθμό και συχνότητα δεν είναι πολλά οπότε τα εκθεσιακά κέντρα φιλοξενούν πλείστες άλλες εκδηλώσεις και γεγονότα....Μάλιστα στη θεσσαλονίκη το 2008 έγινε μιά καταπληκτική διημερίδα όπου ήρθαν 14 πόλεις απ όλη την ευρώπη με αντίστοιχα εκθεσιακά κέντρα(Μπολώνια, Φρανκφούρτη, Βαλένθια, Πλόβντιφ, Σμύρνη, Μάντσεστερ κλπ) και ήρθαν οι δημοτικές αρχές και οι διευθυντές των εκθέσεων και συζήτησαν με τρόπο διεξοδικό και αναλυτικό το θέμα εκθεσιακό κέντρο μέσα ή έξω από την πόλη.....από τη Θεσσαλόνίκη συμμετείχαν μοναχά 28 άτομα διαφόρων κατηγοριών ούτε ένας δημοσιογράφος, ούτε ένας αυτοδιοικητικός, ούτε ένας "πανεπιστημιακός"....
….Ακούγεται εδώ και μερικά χρόνια η απομάκρυνση ως πανάκεια λόγω του ότι έχει γίνει τέτοια σπέκουλα για τη γη γύρω από τις υποψήφιες περιοχές που θα τρελλαθούν οι "αγνοί" θιασώτες της μετεγκατάστασης ότανμάθουν τα νούμερα...αλλά στη Θεσσαλονίκη μετεγκατάσταση ούτε συμφέρει ούτε είναι αναγκαία να γίνει λόγω του οτι ο όγκος των εκθεσιακών γεγονποτωνείναι πλέον ελάχιστος...αρκετά κάτω από το 9% του ελληνικού εκθεσιακού προϊόντος (είχε το 2000 το 37%) και από την άλλη λόγω του ότι στο χωρο αυτό ιδιοκτησία της ΔΕΘ θα μπορούσε να γίνει ένα μετρημένο κέντρο της τάξης των 50-60 χιλιάδων τετραγωνικών σε μιάν έκταση όχι μεγαλύτερη του 20% του σημερινού πάρκου και τα υπόλοιπα να διατεθούν για άλλες χρήσεις....αυτό όμως δε συμφέρει τους εργολάβους και τα αρπακτικά τη πόλης....ο τότε υπουργος ΥΜΑΘ κύριος Καλαφάτης υπολόγιζε το κοστος μετεγγατάστασης στα 300-400 μύρια ευρώ.(τρέχα βρέστα οπαδε της μετεγκατάστασης) και μην ακούω αηδίες περί επενδυτπων και μάλιστα ξένων όταν το αρτιώτερο εκθεσιακόκέντρο της ελλάδας  κόστισε 28 εκατομμύρια ευρώ για 50.000 τετραγωνικά τέλεια εξοπλισμένα....
…..το να συγχέεις τη σημερινή εποχή την έκθεση το εκθεσιακό κέντρο με τη γελοιότητα της γενικής έκθεσης κάθε Σεπτέμβρη το θεωρώ σκόπιμη διαστροφή πάντως ακόμη και ως συγγνωστή πλάνη δεν μπορεί να συγχωρεθεί....ναι αυτή πρέπει να καταργηθεί αλλά την κρατάει η παράδοση του Παπανδρέου που μοίραζε παράδες δανεικές τότε στο εθνικο ακροατήριο και το κράτησαν οι επίγονοι και μοιράζουν παπαριές κάθε χρόνο και μάλιστα το σύνολο του πολιτικού κόσμου που μετακομίζει στη θεσσαλονίκη λες και στην Αθήνα δεν έχουν χώρο να δώσουν μιά συνέντευξη και να μη μας πρήζουν....αυτό να καταργηθεί μάλιστα και αν γίνεται από χτες θα μάρεζε καλύτερα γιατί σήμερα η πόλη θύμιζε την εγκατάλειψη μετά το σεισμό το καλοκαίρι του 78....
· 
Kelly Mimikopoulou @Panos Georgiou Ο κ.Καλογηρου εχει απολυτο δικιο, η ΔΕΘ πρεπει να μετεγκατασταθει. Προφανως δεν γνωριζετε οτι φορεις, κυβερνηση και αντιπολιτευση εχουν συμφωνησει στη μετεγκατασταση στα δυτικα, σε χωρο του ΤΕΙ Σινδου και για οσους δεν το ξερουν το σημειο ειναι μολις 15 λεπτα απο το κεντρο της πολης, 30 λεπτα με το λεωφορειο του ΟΑΣΘ, 4 λεπτα με τον προαστιακο και διπλα στη ΒΙΠΕ. Το οικοπεδο ανηκει στο δημοσιο και το κοστος μετεγκαταστασης μπορει να καλυφθει απο ιδιωτες η αξιοποιηση ευρωπαικων προγραμμάτων. Αλλωστε μιλαμε για ελαφρες κατασκευές. Εκθεσεις γινονται σε κεντρα πολεων αλλα οι πολεις αυτες προσφερουν πολλους χωρους πρασινου καθως και κυκλοφοριακες διευκολυνσεις στους επισκεπτες. Οι πολεις που αναφερατε δεν ειναι Θεσσαλονικη που ψαχνεις το παρκο και το παρτερι με το κυαλι και μετρας τα λιγοστα της δέντρα. Αν θελουμε να εχουμε διεθνη εμπορικη εκθεση ας ευχηθουμε να υλοποιηθει η αποφαση της μετεγκαταστασης στα δυτικα.

Πάνος Γεωργίου:αγαπητή μου κυρία είδατε πως εγώ έχω δίκιο;εσείς ζείτε με την πληροφορία οτι όλοι τούτοι αποφάσισαν να πάει η έκθεση στο ΤΕΙ..α. είναι λάθος η πληροφορία και η πεποίθηση σας λόγω του οτι χτες ακόμη ο δήημαρχος της πόλεως σας όπως και ο προηγούμενος  εδήλωναν οτι ή στους λαχανόκηπους ή πουθενά και επ αυτού φαίνεται να ζητούσε από τον κύριο παπανδρέου να συναινέσει με τη δική του πρόταση, επίσης ο υπουργός Καλαφάτης παρήγγειλε και πληρώσαμε εμείς ω ςπολίτες μελέτη που δεν έβγαλε συγκεκριμένη τοποθεσία και ομίλει περίτα δυτικά οπότε ο του λαγκαδά δήμαρχος ήγειρεν το αίτημα να πάει εκεί η έκθεση οι δε δήμαρχοι θέρμης θερμαϊκού κλπ απαιτούν να πάει απο εκεί...δηλαδή όπως σας πληροφόρησα προηγουμένως υπάρχει πολύ χοντρή σπέκουλα κυρίως για τη γη και τα συμφέροντα των εργολάβων και άλλων τινών αεριτζήδων. β. η γη στη σίνδο δεν ανήκει στο κράτος αλλά στο ΤΕΙ και είναι πολύ διαφορετικό πράγμα αυτό. δενείναι τόσο εύκολο όσο νομίζετε.γ. το τεί είναι είκοσι λεπτά απο το κέντρο της σίνδου.Πόσα όμως από λιμάνι, αεροδρόμιο κλπ;
[σημείωση, αργότερα]
Στη Θεσσαλονίκη σήμερα υπάρχει μιά ερημιά νεκρής πόλης....μιά παγωμάρα παρά τις υψηλές θερμοκρασίας κατά την κυρία εμυ....πολλά μαγαζιά δεν άνοιξαν και άλλα σιδεροφράχτηκαν από χτες βράδυ.....η χωροφυλακή αποφάσισε να κλείσει όλους τους δρόμους του ιστορικούκέντρου από τις 12.30 το μεσημέρι θεός οίδεςν διατί......και ως θεσσαλονικιός όπου προσέφυγαν οι γονείς μου και οι παπούδες μου εξ ανατολών, αναρωτιέμαι...τελικα΄αυτή είναι η πόλη όπου μεγάλωσες και διατηρείς μιάν εικόνα με τελέιως άλλα χαρακτηριστικά;;;; έτσι την κατάντησαν τελικά διοικούντες και κατοικούντες κατά -πλειοψηφίαν;;;;;;άξενη;;;φοβική;;;απρόσιτη;;;;δήθεν ντιπ για ντιπ όμως δήθεν;;;; Ερχεται ένας πρωθυπουργός με τους υπουργούς του και κουβαλάει εδώ μαζί του 12 χιλιάδες χωροφυλάκους για να τον προστατεύσουν...αυτός κι όχι την πόλη μην τρελλαθούμε και τελείως.....και από απέναντι έρχονται τρεις ΄τεσσερεις χιλιάδες συνδικαλιστές δι εκδρομήν επι της ουσίας τζαμπές εξ άλλου η μετακίνησις για να αντιπαραταχθούν και να διεκδικήσουν τα "κεκτημένα" που ήταν δανεικά...κυρίως δια την τιμήν των όπλων και δια να μην χάσουμε τα μαγαζιά μας....όταν ο πρόεδρας του ενός έχει ετήσιες αποδοχές κάποιες δεκάδες χιλιάδες ευρώ το χρόνο και ξέχασε πότε δούλεψε τελευταία φορά στη ζωή του...(το 1982 στη ευρωβουλή ήρθε μιά αντιπροσωπέια του κομμουνιστικού συνδικάτου της ιταλίας με τον πρόεδρο του τον Λάμα ο οποίος εργάζονταν στη φίατ και εμαθαμε τότε πως ο πρόεδρος ενός απότα μεγαλύτερα συνδικάτα της ευρώπης δεν απουσιάζει περισσότερεςαπό 35 μέρες το χρόνο για συνδικαλιστική αποστολή από τη δουλειά του)....και έρχονται μαζί μ αυτούς και καμμιά 300 ριά παλληκάρια του μπάχαλου που μαζί με τους εδπωβ γίνονται βία πεντακόσιοι...και όλο αυτό το σκηνικό νακρώνει τελείως την πόλη, την αφανίζει από το χάρτη για 48 ώρες, δεν υπάρχει πιά γιατί φεύγουν ως κυνηγημένοι οι φοβικοί κάτοικοι της....αλλά και οι τοπικές αρχές τι έκαναν ή τι κάνουν σήμερα έστω για να αποτρέψουν αυτό το φαινόμενο;;;;ποιά πρωτοβουλία πήραν για να διαμορφώσουν ένα άλλο κλίμα;;;ποιά δράση ανέπτυξαν για να μείνουν έστω κάποιοι εκατό παραπάνω φέτος και χίλιοι στηνεπόμενη επανάληψη του φαινομένου;;;;Μηπως καιρός να αντιδράσουμε;;;μήπως ο εξευτελισμός μας έγινε πλέον τέλειος και μάθαμε ότι έπρεπε να μάθουμε;;;;;


Sunday, August 14, 2011

Μιά γνώμη διαφορετική


 Οι πάντες τρομοκρατούν, ή τουλάχιστον προσπαθούν να το κάνουν, εν πολλοίς πετυχημένα. Το χρέος, η παγκόσμια κρίση, οι καταχρεωμένες οικονομίες και τα δημοσιονομικά χάλια του παλιού και του νέου κόσμου.
Και οι συνταγές από παντού πανομοιότυπες, θορυβώδεις και κενές περιεχομένου μηρυκάζονται από στόματα χιλιάδων μηρυκαστικών στις τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα. Συνταγές δυστυχίας και αφάνταστα πληκτικές όσον αφορά την απαραίτητη σύνθεση της πουτίγκας που θα μας σερβίρουν.
Δεν προσπαθώ να κάνω τον επαναστάτη ή τον αντιρρησία συνείδησης αλλά να ψελλίσω στο βαθμό και την ένταση που ημπορώ ακόμη, μιάν άποψη διαφορετική, που εδράζεται σε μιάν μακραίωνη διαφορά, κυρίως πολιτιστική και άρα βαθειά πολιτική, που οι λεγόμενοι και πολιτικοί, ονοματίζουν δε έτσι διάφορους επίδοξους σωτήρες, αγνοούν διότι απολίτιστοι δεν εδιδάχθησαν.
Εδώ σαυτήν την περιοχή ειδικά σε τούτη την νοτιοανατολική γωνιά της Μεσογείου γεννήθηκαν οι πρώτοι πολιτισμοί θέλουμε δε θέλουμε από τους λόφους της Μεσοποταμίας μέχρι τη θάλασσα και μετά την Αίγυπτο, την Κρήτη τις Μυκήνες και πάει λέγοντας.
Κι αντί να πουλάνε αρχαιολογία και προγονιλίκι οι αθεόφοβοι δεν σκέφτηκαν να βρουν, τι ήταν αυτό που γέννησαν οι πολιτισμοί της περιοχής … Τη σωστή ερμηνεία του ανθρώπινου με το φυσικό, την εναρμόνιση του ανθρώπου με τον κόσμο…Θεμελίωσαν με κάθε τρόπο την ποικιλία ως έννοια και ως αρμονία, το μέτρο, την ενότητα και τη συνοχή την αλληλεγγύη και το δώρο με την έννοια που ο Μος αναφέρει ως στοιχείο συστατικό των κοινωνιών…..Αυτό όλο το στοιχείο αντιπαρατίθεται δυναμικά στην ορμή του βορρά που εζήλεψεν από τα πρώιμα χρόνια το νότο, που ήθελε από πάντα να τον καθυποτάξει στο γοτθικό περιεχόμενο του γερμανικού ιδεαλισμού.
Δεν ήταν όλα και πάντα μόνον οικονομία και μια κοινωνία που μεγαλουργούσε σε χωριά και κώμες σε μικρούς οικισμούς και σε ερημιές δεν χρειάζονταν μητροπόλεις για να ανακυκλώσει τα σκουπίδια του νεώτερου πολιτισμού της..
Δεν πέρασαν δε αιώνες από τότε που η τοπική οικονομία στραμμένη στις πραγματικές ανάγκες της ευημερίας της κοινωνίας διαμόρφωνε τα πλαίσια που οδηγούσαν άσφαλτα προς τα εκεί.
Η Λέσβος είχε απέναντι τους μπαξέδες της και τη βιομηχανία του λαδιού και του σαπουνιού και οι Λέσβιοι εμπορεύονταν με τις απέναντι ακτές και τα πέρατα της οικουμένης έχοντας στραμμένα τα νωτα τους σε τούτο που της επιβλήθηκε να θεωρήσει ομφαλό της γης μετέπειτα και να φθαρεί να δυστυχήσει…..
Ο πολιτισμός που έχρησε το μέτρο ως βασική αρχή ανάπτυξης του, καθυποτάχθηκε στην αμετροέπεια που η οικονομία ως κυρίαρχο στοιχείο διαμορφώνει το συνολικό περιβάλλον.

Ακόμη όμως και με τα μέτρα τα δικά τους και τις λογικές αυτές υπάρχει διέξοδος επαναφοράς του μέτρου στην κοιτίδα που ανάβλυσε και αναδιαμόρφωσης μιάς κοινωνίας που θα αξιοποιήσει όλους αυτούς τους αιώνες δημιουργικότητας που θέλουν να την βάλουν να λησμονήσει.
Η ελληνική φιλοξενία που κομπορρημονούν προσπαθώντας να την πουλήσουν σε αδαείς επισκέπτες δεν θα μπορούσε ποτέ να αναδειχθεί μέσα στην ύβρη των πελώριων στρατωνισμών του ολ ινκλούσιφ, γιατί διαμορφώθηκε μέσα στη λογική του ανθρώπινου μέτρου που πρόβαλε την αλληλεγγύη και το νοιάξιμο για τον άλλο, το αγκάλιασμα του ξένου που θα φιλοξενούνταν ως δικός και όχι ως κοπάδι που φοράει βραχιολάκι.
Αυτή την πελώρια πολιτιστική διαφορά θα έπρεπε ακολουθώντας τις δικές τους προτροπές και νόρμες να αναπτύξουμε και αναδείξουμε προσπαθώντας να ανακτήσουμε τα χαρακτηριστικά της κοινωνίας που μας ανήκει και μας ανέδειξε ως όντα. Όντα που θα περίμενε κανείς ότι μπορούν να αντιστέκονται στη μορφοποίηση που η μάζα απαιτεί….

Για παράδειγμα δεν μπορούμε να καταλάβουμε και να το πάρουμε απόφαση πως στον τόπο μας για τα επόμενα πολλά χρόνια δεν πρόκειται να γίνει μεγάλη επένδυση που να δημιουργεί χιλιάδες θέσεις εργασίας και να λύνει το πρόβλημα της ανεργίας που οδεύει πανηγυρικά προς το 20% του ενεργού πληθυσμού της χώρας. Δεν εννοούμε να καταλάβουμε επίσης πως στον 21ο αιώνα οι όροι, για την περιφερειακή ανάπτυξη που προσπαθεί να σχεδιάσει τρεις δεκαετίες τώρα η ευρωπαϊκή επιτροπή, στο νότο είχαν μορφή και περιεχόμενο πολλές δεκαετίες πριν τη φαντασιωθούν οι βόρειοι και αποτελούσε την πεμπτουσία του κοινοτισμού και των μικρών συσσωματώσεων που μπορούσαν να λειτουργούν δημιουργικά και παραγωγικά χωρίς την ανάγκη των μεγάλων παρεμβάσεων και μεγέθυνσης των αριθμών που ευημερούσαν…..Αντί λοιπόν με τα χρήματα, τα δις. από το κοινωνικό ταμείο να τα δίνουν στα κεκ και τα μεκ για να πλουτίζουν λίγοι και να μαθαίνουν στο χαρτζιλίκι και την ελεημοσύνη των από πάνω, οι πολλοί, θα έπρεπε να τα διοχετεύσουν με σχέδιο σε μια πελώρια διαδικασία ανασυγκρότησης και ανασύνταξης της χώρας στα μεγέθη που της πρέπουν με τις επαρχίες της  τις κώμες και τα χωριά της, τους οικισμούς της και όλα αυτά που παράγουν πολύ περισσότερα και σε ασύγκριτη ποιότητα και δημιουργούν πλούτο που πραγματικά αντιστρέφει το σημερινό κλίμα και την καθοδική πορεία προς την καταστροφή.
Δεν είναι ρομαντισμός και ουτοπία είναι η ανάγκη για ένα νέο σχέδιο ανάπτυξης που να λαβαίνει υπόψη του πως εδώ γεννήθηκε ο πολιτισμός που του οφείλουμε ακόμη και τις στρεβλώσεις, αγκυλώσεις και ηλιθιότητες μας, αλλά δεν θα πάψει να βασίζεται στο μέτρο, την κοινότητα, το χαμόγελο και την ανθρώπινη αλληλεγγύη. 

Σε μια χώρα που της λένε ότι εξώκειλε και χρωστάει τα μαλλιοκέφαλα της για να ξοφλήσει την αμετροέπεια των κυβερνητών και των δικών, πρώτα τη ρίζα βρίσκεις αν κρατάει να ποτίσει κι άλλο αυτό το νέο κορμί που χρειάζεται κι εκεί βρίσκεις όλο τον πλούτο που ξέχασες ή ασχολήθηκες περιστασιακά και επιδερμικά μαζί του. Αλλοιώς δε μπορεί να κατανοήσει κανένας λογικός άνθρωπος, πως η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει υπουργείο για τη νησιωτική πολιτική κι εσύ ως χώρα των νησιών και των θαλασσών δεν έχεις καν πολιτική για τα νησιά σου και την αξιοποίηση της βοήθειας που σου δίνουνε, παρά μόνον πως θα πλουτίσουν οι ακτοπλόοι και οι εφοπλιστές και τα νησιά σου μαραζώνουν περιμένοντας την κρουαζιέρα από το βορρά ναφήσει λίγη ελεημοσύνη για το φολκλορ του πλούσιου επισκέπτη,  που θα προσφέρει ο βρακοφόρος παλιάτσος και η άθλια απομίμηση του καλού σου φαγητού με τα περίεργα ονόματα.